ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

25.8.11

ο ζωγράφος

Υπήρχε άσφαλτος και πίνακες παντού.Οι μπογιές είχαν φουσκώσει από την αχρηστία μα αυτός κρατούσε πάντα ένα πινέλο και ζωγράφιζε τα πόδια του.Τον λειπόμουν λίγο,σκεφτόμουνα να τον πλησιάσω να του σφίξω τον χέρι,να του δώσω καινούργιες μπογιές,καμβάδες, να συνεχίσει να κάνει αυτό που ξέρει και αγαπάει όπως έκανε και τότε.Αντί γι αυτό καθόμουν και παρατηρούσα τον κόσμο που περνούσε,δήθεν αγνοώντας τον,και στο τέλος κάθε περιπλάνησης το βλέμμα μου σκόνταφτε σε αυτόν.Είχε γίνει μια ισχνή μορφή,ένας παρατημένος,ξεπεσμένος ζωγράφος.
Τύχαινε να περνάω συχνά και να τον παρακολουθώ.Καμιά φορά τον κέρναγα ένα σάντουιτς με έναν χυμό,καφέ,μα αυτός δεν τα άγγιζε καν,δεν έστρεφε ούτε το βλέμμα του προς εμένα.Συνέχιζε να υγραίνει τα πέλματα του,με τρόπο δεξιοτεχνικό,αλάνθαστο.
Ένα καταμεσήμερο καθόμουν στο γνωστό πεζουλάκι ηττημένη από κάθε προσπάθεια να τον πλησιάσω,χωρίς καμιά όρεξη για να γυρίσω σπίτι.
Ο κόσμος περπατούσε βιαστικά,έτρεχε εκνευρισμένος να προλάβει ταξί, λεωφορεία..
Κάποια στιγμή δυο κοπέλες,θα ΄ταν δεν θα ΄ταν 20 χρονών,πλησίασαν τον ζωγράφο μου,στάθηκαν δίπλα του και του είπαν μαζί,σαν να ΄ταν σε χορωδία.
''Ωραίο!''
Δεν περίμεναν ούτε δευτερόλεπτο και χάθηκαν στην γωνία του δρόμου.Γύρισα και κοίταξα προς το μέρος του.
Είχα μείνει με το στόμα ορθάνοιχτο και την καρδία μου ανυπάκουη να μου στήνει παιχνίδια..
Ο ζωγράφος μου είχε αφήσει το πινέλο του να ακουμπάει στο αυτί του και είχε σωριαστεί στο δάπεδο .
Τρομαγμένη τον πλησίασα.Έμοιαζε να κοιμάται.Δυο τύποι ήρθαν κοντά μου ,με ρώτησαν τι έγινε,τους είπα οτι ξαφνικά σωριάστηκε χάμω.Ο ένας από αυτούς ήταν γιατρός,έσκυψε,μέτραγε,ακουμπούσε.
΄΄Είναι νεκρός΄΄,είπε.
Αποκλείεται του ΄πα..Τόσα χρόνια είναι μια χαρά!
Με κοίταξε απορημένος ,μα δεν ρώτησε τίποτε,θα νόμιζε πως έμπλεξε με τρελή,τι τον ένοιαζε άραγε ;
Το ασθενοφόρο ήρθε,τον πήρε,δεν με άφησαν ούτε να μπω μέσα,να τον συνοδέψω.Τίποτε.
Είναι νεκρός.Ποια είστε εσείς;
Καμιά δεν είμαι.Καμιά απάντησα.
Πήρα τον δρόμο για το σπίτι.
Στη διαδρομή σκεφτόμουν πως ίσως όλοι μας θέλουμε,συχνά μια ωραία φράση να μας στολίζει,να μας δίνει κουράγιο,για να μην σκύβουμε το κεφάλι,να μην παραπατάμε σε κάθε μικρό πετραδάκι.Ο ζωγράφος μου περίμενε γι αυτή τη λέξη μια ολόκληρη ζωή,του ήρθε ξαφνικά ,μέσα στην ζέστη,σε μια πόλη που δεν αγάπησε ποτέ του,από δυο άσχετες περαστικές κοπέλες που ελαφρογελούσαν.Μα του ήρθε και αποδεσμεύτηκε.Έφυγε χαρούμενος.Το δείχνε άλλωστε και το πινέλο που 'στεκε στο αυτί του.Λαμπύριζε.


3 σχόλια: