ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

7.3.11

5:31

Στα χαρτιά που απλώνονται εμπρός σου
δείξε λίγο από τα σαγόνια σου.

Μια κιτρινισμένη αυγή
ξενυχτισμένος από κούφια σώματα
ξυπόλυτος κλοτσούσε κουρέλια.
Είχε ένα σκαμνί
δίπλα σε ένα παράθυρο
με σκούρο πράσινο ξεφλουδισμένο χρώμα..
Στο πάτωμα
λυγισμένες μορφές ανάσαιναν
-βαριά-
σαν ώρες να στέκονταν σωριασμένες στο δωμάτιο.
Χρόνια νεκρική σιγή.
Δε γνώριζε πρόσωπα.
Άπλωσε μια κουβέρτα πάνω του,άναψε τσιγάρο και έμεινε να κοιτάζει το παράθυρο.
Η κίνηση έξω λιγοστή.
Ομίχλη σκέπαζε τα κτίρια,υγρασία φώλιαζε στα τζάμια.
Πρωινή μουντάδα.
Έψαξε για κάτι υγρό,ανάμεσα σε πόδια,σκουπίδια και στάχτες.
Βρήκε μια βεργίνα μισοτελειωμένη και έβρεξε τα χείλη του.
Ήθελε να μείνει μόνος.Τρεις μέρες πίνανε.
Μεθυσμένες σκιές στο σπίτι του και αυτός εκεί να παλεύει να ξεχάσει.
Χρωστούσε.
Μαθήματα,δανεικά,φιλιά,τσιγάρα.
Κάθε μέρα και κάτι καινούργιο..
Από μπροστά του πέρασαν τα χέρια τους,να τον σηκώνουν,να τον μεταφέρουν,να του σφίγγουν τα μπράτσα.
Ξύπνησε ύστερα από ώρες,λουσμένος από τα φώτα της πόλης,ακουμπησμένος στο δεξί δοκάρι το κρεβατιού,με την ίδια κουβέρτα να τον σκεπάζει.
άναψε τσιγάρο.
Οι άγνωστοι κομπάρσοι απουσίαζαν.
Τα σκουπίδια -βουνό- μαζεμένα σε μιαν άκρη.
Παραπάτησε σε ένα άδειο μπουκάλι κρασί,κόντεψε να βρεθεί φαρδύς-πλατύς στο πάτωμα να κοιτάζει τη μούχλα στο ταβάνι..μα στηρίχτηκε από τον τοίχο..
Φόρεσε παπούτσια,ρούχα και βγήκε στο δρόμο.
Κατηφόρισε.Κοντοστάθηκε.Συνέχισε.Βρήκε πέντε,έξι μοναχικούς ταξιδιώτες να διασχίζουν τα πεζοδρόμια.Τους μάζεψε ρίχνοντας οινόπνευμα μπροστά τους.Αυτοί ακολούθησαν.Φτάσανε στο σπίτι.Είχε ξεχάσει τα κλειδιά.Σκαρφάλωσε και μπήκε από το παράθυρο.Τους άνοιξε.
Κάθησαν και άρχισαν τους κύκλους,,
Μιλούσαν με τα μάτια και τα δάχτυλα τους γύρναγαν γύρω γύρω.
Έπρεπε να ξεχάσει και να ξεχαστεί,λοιπόν.
Σήμερα ίσως τα κατάφερνε.

1 σχόλιο: