ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

5.3.11

ξυλοδαρμοί

Στη μέση της σκηνής
τα τσιγάρα κυριαρχούσαν.
Ψηλές,ξερακιανές μορφές,με παρομοιότυπο βλέμμα σπρώχνονταν .
Κι όμως αμα δεν υπήρχαν όλες αυτές οι απαγορευμένες ουσίες για μυαλό και καρδιά
οι τύποι θα νιαούριζαν με τις αρβύλες στο χέρι,τραβώντας τα μούσια τους.
Στις τσέπες τα χέρια
ζεστά κοκκινίζουν.
Το να κοροϊδεύεις για να ξεχάσεις
είναι η χειρότερη ανθρώπινη κατάντια .
Δεν πιστεύουνε στο μελάνι μου
στις φτηνές λέξεις μου
ακόμα και αν μου χάρισαν
τα γλυκά τους χαμόγελα,
όλα ήταν προσκολλημένα στην επιφάνεια.
Το βλέμμα αυτό,
το ψυχρά ζεστό
το γλυκά χλωμό
δεν θα με γεμίσει ίσως ποτέ περισσότερο.

..και ντυμένος γυναίκα
μικρή τραβεστί
αγκάλιαζε τους φίλους του.
Τις ειρωνίες τις έθαψε ,το παλτό του το προσπέρασε,πείραζε μόνο το μαλλιά του και με λυγμούς τους έλεγε
''Είμαι εντάξει.Αύριο δεν θα θυμάμαι τίποτα.''
Το άλλο πρωί,θυμόταν -σχεδόν- τα πάντα.Ίσως γιατί ορισμένα γεγονότα δεν διαγράφονται από κανένα είδος μνήμης.Είχε δίκιο,δεν θα ακολουθούσε τα καλούπια-μοντέλα τους.Ακόμα και αν με μάτια ορθάνοιχτα κριτικάρουν τις πράξεις μας,εμείς έχουμε αυτό το ''μέσα'' και με αυτό παρέα πίνουμε τις νύχτες.
Τα θυμάται όλα λοιπόν.Τα ζεστά,τα κρύα.

Συνέχισε να πιέζει το διακόπτη
και να αλλάζουν οι σκιές
μικρή κοπέλα
''ποτέ άλλοτε δεν σε είχαν κοιτάξει έτσι''της είπε.
Φως σε ένα σκληρά
ανεξήγητο σκοτάδι.
Μπιλιάρδο στα χέρια τους
το σώμα του
-μα η γαλήνη μακρινό ταξίδι-
Γιατί δεν είμαστε παρέα σε όλο αυτό;
Σε κάθε πόλη,άφησες και ένα διαφορετικό σου κομμάτι.
Επιστρέφεις μισός.Τα μάτια σου γυαλίζουν ,σαν αγρίμι.
Μιλάς και τα λόγια σου καίνε.
Το ΄χω καταλάβει.
Και εγώ και αυτοί και άλλοι γνωστοί.
Σταμάτησε να ανοιγοκλείνει το διακόπτη.
Έσβησε τις ημερομηνίες.
Έκοψε τα σχοινιά.
Σε μια κόλλα χαρτί έγραψε μόνο.
''Εδώ αλλάζουν οι άνθρωποι,δεν θ αλλάξει το φως ;''
Ύστερα έβγαλε τη στολή της κοπέλας από το σώμα του
και έμεινε να κοιτάει το είδωλό του,γυμνό στο καθρέφτη.
Αυτός ήταν.
Μια γλυκιά άσχημη ύπαρξη.

1 σχόλιο: