ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

28.5.12

εκτεθειμένες επιφάνειες

Είναι που με έμαθες να υπομένω

Σε δάγκωσα στον λαιμό καθώς ο ουρανός κοβόταν στα δυο.

Δεν έμεινε κανείς να χαίρεται τις στερνές σου σκέψεις,
πριν σε αντικρίσει να χαϊδεύεσαι γονατιστός στο υγρό έδαφος.
Μουδιάζει και απομακρύνεται το πλήθος.
Τα στάχυα λικνίζονται,μαλακά,
γυναικεία μεσογειακά σώματα σιγοσφυρίζουν στον αγέρα.
Τα προσπερνάμε,
σαν χάρτινα μισοφέγγαρα,
που ίσως έχουμε λησμονήσει.

θα θυμάμαι

Το πως απομακρύνομαι και συνθλίβομαι,
σε αιφνιδιάζει,
σαν τον ήλιο που συνέρχεται και σε καίει.
Στα φύλλα αποτυπωμένη η όψη σου,
σαν άδειος δρόμος οδηγεί σε ερείπια.
Άνθρωποι φεύγουν,
σμήνος πουλιών,κράζει.
Τείνω στο άπειρο.
Εγκατέλειψα τις αναπάντεχες σιωπές σου,
ουρλιάζω για να μην αντηχείς ως θάνατος.
Οι στεναγμοί σου στέκουν,
στο χώρο,στο χρόνο,αποκαμωμένοι.
Πρησμένος.
Στην κορφή σου φύτρωσαν γαλάζια φτερά.
Αταραξία τριγύρω και όμως τρέμεις.
Μονάχα σινιάλα κρύβω μέσα μου
και αγωνιώδη δειλινά.
Συλλαβίζω.
Κουρνιάζεις δίπλα μου.
Χρωστάς στον εαυτό σου,
έναν έρωτα σκληρό.
Έναν ακόμα αιώνα
για-κανέναν-και-για-τίποτε-να-στέκεσαι(*).
Ξέχνα το βήμα μου,
κουρασμένο αναζητά την ατελείωτη βροχή.
Βάλσαμο γλυκό ,
για σένα ο ύπνος και η έρημος.

Γεννήθηκες για να σε ανασάνω
 μέσα από την σκιά σου.
Μα δεν απέμεινε τίποτα ,
σαν αντίκρισες το υγρό μου κέλυφος.
Μας έλουζε η αυγή,
πλημμυρισμένη από την αλμύρα της λίμνης.
Με αναγνώρισες,
καθώς έδιωχνα τα ξεχασμένα ψίχουλα
από το φόρεμα μου.
Δεν μπόρεσα να ξεφύγω.
Είσαι εδώ.



είναι που σ' έμαθα να υπομένεις,
απάντησε.
σκυθρωπός,αποκαμωμένος γύρισε στο δωμάτιο του.


(*)Πάουλ Τσελάν ΄΄να στέκεσαι΄΄

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου