ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

13.2.12

αγριολούλουδα

να στέκομαι γυμνή
και ας γέρνεις πάνω μου
σαν θύελλα που ξέρασε ο βοριάς.
Να ενώνεσαι με τα χνώτα μου
και ας παρασέρνεις ξωπίσω σου
πνιχτά ουρλιαχτά του παρελθόντος



Ένας σκύλος έλουζε τα πέταλα της με γύρη
και περιφερόταν μανιωδώς κατά μήκος του κήπου.
Κυρίες με τρελαμένες ορμόνες
έστρωναν τα καπέλα τους,
-στραβά να στέκουν-
στην κεφαλή τους.
Θόρυβος,
πλημμυρισμένο υπέδαφος,
τριγύρω συμφορές.
Μαδούσε το κέλυφος της αυτή
κούρνιαζε στα εντός της.
Τίποτα προσωπικό καμιά παρασπονδία.
Μονάχα ο απόηχος του φτυαριού στη λάσπη,
η όπερα που γέννησε ο Νότος
Κρυμμένοι και οι δυο ανάμεσα σε φάτσες χωρικών,
χωρισμένοι από την γλύκα του κριθαριού,
έσκαβαν την γη με την σιωπή τους.


Είχε ξεμείνει να περιμένει
με ένα πιάτο φαΐ και μια κουτσή καρέκλα απέναντί της,
τον ερχομό του βιαστή της
Αυτός ήρθε μια μέρα του Ιουλίου
Φορούσε καπαρντίνα και ένα μπλε βελούδινο μαντήλι στο λαιμό.
Την έσπρωξε
Έφαγε το κρέας από το πιάτο,μια φέτα ψωμί,και ρούφηξε την βυσσινάδα από το ποτήρι.
Σηκώθηκε έπειτα αυτή,
τα μαλλιά της πιασμένα σε ελαφριά κοτσίδα
Βρήκε γκρίζο ένα κουμπί
πεσμένο γυάλιζε,
δικό του.
Το ίδιο βράδυ,το έραψε στο μαντήλι της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου